eisagvh

«Ο ειδικός παιδαγωγός είναι ο διαμεσολαβητής ανάμεσα στο παιδί και στη μάθηση. Προτεραιότητά του είναι να βελτιώσει κάθε δεξιότητα του παιδιού ώστε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του σχολείου και να αυξήσει την ποιότητα της καθημερινής του πραγματικότητας. Είναι βασικό το παιδί να αγαπήσει τη μάθηση και να επενδύσει σε αυτή. Γι’ αυτό αν οι γονείς διαπιστώσετε ότι το παιδί σας μπορεί να δυσκολεύεται στη μαθησιακή διαδικασία ή να δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί καλό είναι έγκυρα και έγκαιρα να απευθυνθείτε σε ένα ειδικό παιδαγωγό. Το να ζητήσει κάποιος βοήθεια όταν πρέπει είναι μια πράξη γενναιότητας.»

Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Η προσαρμογή του παιδιού στο νέο σχολικό περιβάλλον



Η αλλαγή του περιβάλλοντος καθώς και των καθημερινών συνηθειών ενός παιδιού προσχολικής ηλικίας, αποτελεί έντονη αναστάτωση. Οι αντιδράσεις των μικρών ποικίλουν. Κάποιες φορές είναι αρκετά ήπιες και απλώς τους ξενίζει ο νέος χώρος, παρόλα αυτά μετά την εξερεύνησή του δεν αργούν να τον οικειοποιηθούν. Στην μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων, όμως, η κατάσταση είναι πιο περίπλοκη. Μεγαλύτερες διαστάσεις, και συνεπώς εντονότερες αντιδράσεις παρουσιάζουν τα περισσότερα παιδιά της μεταβρεφικής ηλικίας. Αυτό σημαίνει, ότι ένα βρέφος για παράδειγμα 9 μηνών, έχει συνήθως ευκολότερη προσαρμογή στον παιδικό σταθμό, σε σχέση με ένα τετράχρονο παιδί που θα βρεθεί στο νηπιαγωγείο για πρώτη φορά μακριά από τους γονείς του.
Αναζητώντας τις αιτίες αυτής της συμπεριφοράς, καταλήγουμε να κάνουμε μια σύγκριση μεταξύ του οικείου οικογενειακού περιβάλλοντος και του σχολείου (παιδικός σταθμός, κέντρο προσχολικής εκπαίδευσης, κ.τ.λ.). Κάπως έτσι συγκεντρώνουμε τα διαφορετικά τους στοιχεία και συνειδητοποιούμε γιατί μια απλή για τον ενήλικα κατάσταση μεγεθύνεται τόσο, στο μυαλό ενός μικρού παιδιού.
Ας ξεκινήσουμε από την κατηγορία των παιδιών που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο πρόβλημα και αυτά δεν είναι άλλα, από τα γνωστά «μοναχοπαίδια». Έχοντας ζήσει μέχρι τη στιγμή που φτάνουν στο κατώφλι του παιδικού σταθμού, σε ένα περιβάλλον που τα αναγνωρίζει και τα αναδεικνύει ως απόλυτους πρωταγωνιστές, καλούνται ξαφνικά να γίνουν ισόνομα μέλη ενός συνόλου. Κάπως έτσι ξεκινάει η γκρίνια, ο εκνευρισμός και το κλάμα. Πρέπει να μάθουν να συνεργάζονται με τα άλλα παιδιά, να μοιράζονται τον χώρο και τα αντικείμενα, κυρίως όμως την αγάπη, το ενδιαφέρον και την προσοχή της δασκάλας. Και βέβαια όλα τα παραπάνω έρχονται σε μεγάλη αντίθεση με την οικογένεια, όπου γονείς, συγγενείς και γνωστοί ανταγωνίζονται για το ποιος θα ασχοληθεί περισσότερο μαζί τους και ποιος θα ικανοποιήσει πρώτος την κάθε τους επιθυμία.
Αμέσως όμως τίθεται το εξής ερώτημα: Τι συμβαίνει με τα υπόλοιπα παιδιά; Γιατί κι εκείνα αντιδρούν άσχημα στην νέα πραγματικότητα της σχολικής τους ζωής; Η απάντηση δεν είναι δύσκολη αν αναλογιστούμε την ευαίσθητη ψυχολογία του παιδιού αυτής της ηλικίας. Από την πρώτη κιόλας ημέρα της ζωής του, το μικρό παιδί καταγράφοντας τις εικόνες που διαδραματίζονται γύρω του, αποκτά υποσυνείδητα ισχυρούς δεσμούς με τα άτομα που αντιλαμβάνεται ότι το φροντίζουν και το περιβάλλουν με αγάπη. Έτσι κοντά τους έχει την αίσθηση της απόλυτης ασφάλειας. Συνεπώς, όταν βρίσκεται μεταξύ άγνωστων προσώπων και είναι υποχρεωμένο να μείνει μαζί τους για κάποιες ώρες νιώθει ανασφάλεια και πανικοβάλλεται. Οι καταστάσεις φαντάζουν τρομακτικές στο μυαλό του. Επιπλέον, και σε πιο σπανιότερες περιπτώσεις, ανάλογα με τα βιώματα του και τις εικόνες που μπορεί να έχει αντιληφθεί (π.χ. από την τηλεόραση), είναι ικανό να πλάσει φανταστικές ιστορίες και να κάνει εικασίες που θα το τρομοκρατήσουν. Ενδεικτικά θα αναφέρω την ακραία περίπτωση παιδιού, το οποίο σχημάτισε την εντύπωση ότι η μητέρα του θέλησε να το εγκαταλείψει και για κάποιο διάστημα δε δεχόταν να την αποχωριστεί ούτε την νύχτα!
Ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης της άρνησης του παιδιού να αποχωριστεί το γνώριμο περιβάλλον και να μείνει στο σχολείο είναι σε συνεργασία γονείς και βρεφονηπιοκόμοι ή νηπιαγωγοί, να πείσουν το παιδί για τα πλεονεκτήματα που θα αποκτήσει. Το σημαντικότερο όμως είναι να έχει προηγηθεί της πρώτης επίσκεψης στον παιδικό σταθμό, εκτενής και επαναλαμβανόμενη συζήτηση των γονέων με το παιδί, ώστε εκείνο να κατανοήσει ότι πρόκειται για μία ακόμα κίνηση των γονέων που βασικό κίνητρο έχει την αμέριστη αγάπη τους για εκείνο.
Συνοψίζοντας, συμπεραίνουμε ότι η σωστή προετοιμασία από τους γονείς και η άρτια συνεργασία τους με τους εκπαιδευτικούς, θα οδηγήσουν το παιδί στην ομαλότερη προσαρμογή στο σχολείο του. Σαφώς αυτό δε σημαίνει πάντα ότι θα αποφύγουμε εντελώς τα κλάματα, κυρίως γιατί πολλές φορές τα παιδιά χρησιμοποιούν το κλάμα, ως μέσο πίεσης ώστε να καταφέρουν αυτό που επιδιώκουν. Έτσι, πιθανότατα θα κάνουν την σκέψη, ότι αν κλάψω, η μαμά θα υποχωρήσει και θα φύγουμε να πάμε βόλτα. Επειδή όμως, δεν πρέπει να υποστηρίζουμε τις «πονηρές» πλευρές της σκέψης τους, οι μητέρες πρέπει τις πρώτες φορές να δείξουν ιδιαίτερη πυγμή και να αποχωρήσουν ακούγοντας πίσω τους το αγγελούδι τους να κλαίει. Χωρίς την μαμά, θα βρει πολλές ασχολίες που θα το βοηθήσουν να ξεχαστεί και να ξεκινήσει το μεγάλο του ταξίδι στη γνώση…

Τρίτη 26 Αυγούστου 2014

ΔΕΠ-Υ (ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΕΛΛΕΙΜΑΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ - ΥΠΕΡΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ)



Πως είναι άραγε το να έχω ΔΕΠ-Υ;
 «Είναι σαν να έχω υπέρ-φορτιστεί. Έχω μια καλή ιδέα, πάνω στην οποία πρέπει να δουλέψω αμέσως, αλλά να που μου έρχεται και άλλη μια ιδέα πριν ολοκληρώσω την πρώτη. Και ασχολούμαι με αυτήν, αλλά έρχεται και μια τρίτη ιδέα και πρέπει να αρχίσω και με αυτήν και σύντομα οι υπόλοιποι λένε πως είμαι αποδιοργανωμένος, παρορμητικός και κάμποσα άλλα πράγματα, όχι και τόσο ευγενικά. Άλλοτε χτυπώ τα δάχτυλά μου, τα πόδια μου, μουρμουρίζω ένα τραγούδι, σφυρίζω, κοιτάω εδώ κι εκεί, ξύνομαι, τεντώνομαι, μουντζουρώνω τα χαρτιά μου και οι άνθρωποι νομίζουν πως δεν προσέχω ή πως δεν δείχνω ενδιαφέρον. Όταν γράφω γρήγορα ο γραφικός μου χαρακτήρας είναι άσχημος, σχεδόν δυσανάγνωστος  κάτι που με απογοητεύει πολύ και ας μην το δείχνω. Μπορώ να επικεντρώσω την προσοχή μου περισσότερο όταν βγαίνω μια βόλτα ή ακούω μουσική.  Συχνά αλλάζω συνεχώς κανάλια στην τηλεόραση , αλλάζω και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Οι γονείς μου και οι φίλοι μου τρελαίνονται ‘Μα δεν μπορούμε να παρακολουθήσουμε επιτέλους  ΕΝΑ κανάλι; Τέλος σε επισκέψεις στα μουσεία ή σε διάφορες εκθέσεις  πρέπει να βιαστώ, να τρέξω. Βλέπω λίγο από δω, λίγο από κει, Α! τι ωραίο που είναι εκείνο! Και τι ωραίο που είναι το άλλο . Το ξέρω ότι είναι πολύ δύσκολο και κουραστικό, να έχετε ένα παιδί σαν εμένα. Σας ζαλίζω όλη την ώρα και συχνά ντρέπεστε για μένα..»
 Αυτή είναι μαρτυρία παιδιού με ΔΕΠ-Υ....
            Όλο και περισσότερα παιδιά στη σημερινή εποχή εμφανίζουν δυσκολία στο να συγκεντρωθούν σε μία συγκεκριμένη δραστηριότητα και να ολοκληρώσουν μια εργασία με επιτυχία χωρίς να διασπαστεί η προσοχή τους από εξωτερικά ερεθίσματα. Επίσης, είναι συχνό το φαινόμενο της έντονης κινητικής διάθεσης, πολλές φορές με στοιχεία επιθετικότητας και νευρικής συμπεριφοράς.        
            Σαφώς, η έντονη ενεργητικότητα, η αυξημένη κινητική δραστηριότητα και η δυσκολία στην ικανότητα συγκέντρωσης και συνεργατικότητας είναι χαρακτηρτιστικά της φυσιολογικής ανάπτυξης των παιδιών.
Στην προσπάθειά τους να εξερευνήσουν το περιβάλλον και να ανταποκριθούν στα ερεθίσματα που δέχονται, τα παιδιά μεταπηδούν απο την μια δραστηριότητα στην άλλη, είναι ζωηρά και συμπεριφέρονται με παρορμητικότητα και ανυπομονησία.
Ορισμένα παιδιά όμως παρουσιάζουν τα στοιχεία αυτά σε υπερβολικό βαθμό.
Ποια είναι η αιτία της ΔΕΠΥ;
Όπως συμβαίνει με αρκετά νοσήματα, η ακριβής αιτιολογία της ΔΕΠΥ δεν είναι γνωστή. Καθώς όλο και περισσότερο οι επιστήμονες βρίσκουν αποδείξεις ότι προέρχεται από βιολογικές αιτίες, μέχρι σήμερα ξέρουμε ότι η ΔΕΠΥ είναι ως ένα βαθμό κληρονομική. Το 76% των παιδιών με ΔΕΠΥ έχουν συνήθως ένα συγγενή με αυτή τη διαταραχή.
Επιπλέον η πρόωρη γέννηση, το κάπνισμα, η χρήση αλκοόλ και το υπερβολικό στρες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ο εγκεφαλικός τραυματισμός ή η έκθεση σε τοξικές ουσίες μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη της ΔΕΠΥ.
Είναι μύθος ότι η ελλιπής γονική φροντίδα προκαλεί τη ΔΕΠΥ, όμως πληθώρα οικογενειακών χαρακτηριστικών (πχ ασταθής δομή και δυσλειτουργία στην οικογένεια ή έλλειψη γονικού ελέγχου) μπορεί να συμβάλλουν στην επιδείνωση της ΔΕΠΥ.
Ποια κύρια συμπτώματα χαρακτηρίζουν τη ΔΕΠΥ;

ΔΕΠΥ – τύπος Απροσεξίας
• δεν μπορεί να συγκεντρωθεί,
• αποσπάται εύκολα από άσχετα, εξωτερικά ερεθίσματα
• δεν φαίνεται να ακούει,
• δε δίνει σημασία στις λεπτομέρειες,
• κάνει λάθη απροσεξίας,
• δυσκολεύεται να ακολουθήσει οδηγίες,
• αποφεύγει εργασίες που απαιτούν συστηματική πνευματική προσπάθεια, που απαιτούν   παρατεταμένη συγκέντρωση
• ξεχνά τις σχολικές εργασίες
• χάνει πράγματα του (βιβλία, φυλλάδια, παιχνίδια ) και
• γενικά είναι ανοργάνωτος/η
Ο τύπος αυτός είναι συχνός σε παιδιά σχολικής ηλικίας που μπορεί να μη γίνουν αντιληπτά επειδή δεν έχουν διασπαστική συμπεριφορά.

ΔΕΠΥ – τύπος Παρορμητικότητας/Υπερκινητικότητας
• δυσκολεύεται να παραμείνει καθισμένος/η,
• κουνάει χέρια, πόδια, ή στριφογυρίζει στη καρέκλα,
• κοιτά συνέχεια γύρω του και πειράζει τους άλλους,
• σηκώνεται όταν δεν επιτρέπεται,
• τρέχει και σκαρφαλώνει υπερβολικά.
• δεν σκέφτεται πριν αντιδράσει,
• απαντάει πριν ολοκληρωθεί η ερώτηση,
• μιλάει συνεχώς,
• δυσκολεύεται να περιμένει τη σειρά του,
• στα παιχνίδια δεν ακολουθεί κανόνες,
• διακόπτει ή ενοχλεί τους άλλους,

→ Ο τύπος αυτός είναι πιο συχνός σε παιδιά μικρότερης ηλικίας που παρουσιάζουν έντονα υπερκινητική και παρορμητική συμπεριφορά. Στα παιδιά αυτά, το πρόβλημα της συγκέντρωσης της προσοχής δεν είναι ιδιαιτέρως εμφανές, γιατί δεν έχουν ξεκινήσει σχολείο.


ΔΕΠΥ – Συνδυασμένος τύπος
:  Είναι επίσης συνηθισμένος τύπος ΔΕΠΥ στα παιδιά και στους εφήβους όπου παρουσιάζεται συνδυασμός κάποιων από τα παραπάνω συμπτώματα απροσεξίας, υπερκινητικότητας και παρορμητικής συμπεριφοράς.


Ποια άλλα προβλήματα μπορεί να συνυπάρχουν με τη ΔΕΠΥ;
Τα παιδιά με ΔΕΠΥ, ιδίως αν δεν έχει διαγνωσθεί και αντιμετωπισθεί, έχουν αρκετές δυσκολίες που εκδηλώνονται στο σχολικό, οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον και συχνά οδηγούν σε
·         χαμηλές επιδόσεις στα μαθήματα και  αποτυχία στο σχολείο
·         αυξημένο στρες και χαμηλή αυτοεκτίμηση
·         επιθετική και διασπαστική συμπεριφορά ή προβλήματα διαγωγής
·         απόρριψη από τους άλλους – δυσκολία στις σχέσεις με τους συμμαθητές και φίλους


Πως μπορεί να διαπιστωθεί αν ένα παιδί έχει ΔΕΠΥ;
Η διάγνωση θα πρέπει να γίνεται μόνο από εξειδικευμένη παιδοψυχιατρική διεπιστημονική ομάδα σε συνεργασία με την οικογένεια και τους εκπαιδευτικούς για να εκτιμηθούν όλες οι παράμετροι  της συμπεριφοράς του παιδιού.


Μέθοδοι και στρατηγικές παρέμβασης

Ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης του θέματος είναι η ολιστική και διεπιστημονική προσέγγισή του. Ειδικότητες όπως ο ειδικός εκπαιδευτικός, ο ψυχολόγος, ο εργοθεραπευτής ο παιδοψυχίατρος αξιοποιούνται και συνεργάζονται αναζητώντας τις καλύτερες λύσεις. Η αξιολόγηση κάθε εκπαιδευτικής παρέμβασης δεν γίνεται βιαστικά. Για την αντιμετώπιση της ΔΕΠΥ χρειάζεται να εφαρμόζεται ένα πλήρες πρόγραμμα - εξατομικευμένο και μοναδικό για την κάθε περίπτωση- που να στοχεύει στην πολύπλευρη διαχείριση των δυσκολιών του παιδιού και του περιβάλλοντός του. Ένα τέτοιο πρόγραμμα αντιμετώπισης μπορεί να περιλαμβάνει συνδυασμό θεραπευτικών προσεγγίσεων, για παράδειγμα συνεδρίες ψυχοεκπαίδευσης  παιδιών, παρεμβάσεις αποκατάστασης των δυσκολιών στο σχολείο, οικογενειακή συμβουλευτική και φαρμακευτική αντιμετώπιση.
Για να έλθει η επιθυμητή αλλαγή χρειάζεται να μεσολαβήσει αρκετός χρόνος μετά την παρέμβαση, καθώς και η επανάληψή της, έως ώσπου να εμφανιστεί η θετική διαφοροποίηση.